Μ' αὐτά τά χέρια
πού κυνηγάει τό ἕνα τ' ἄλλο
μέ τούτη τήν ξερή
καρδιά
μ' αὐτό τό ἀφύλακτο
στόμα, τό ἀσυνάρτητο,
δέξου μας καί
γνώρισέ μας στόν ἑαυτό μας,
νά διαβεῖ ή μικρή
μέρα πού μᾶς χάρισες
πού τή γεμίσαμε
μέ τή σκόνη μας
νά εὐλογηθεῖ ἡ
νύχτα μας πού τήν κρατᾶμε ἀπό τόν λαιμό
Βοήθησέ μας νά
γυρίσουμε σιγά σιγά νά κοιταχτοῦμε
οἱ ἀναρίθμητοι
σιαμαῖοι κολλημένοι πλάτη μέ πλάτη
οἱ φλύαροι πυγμαῖοι
πού δέν σκαρφαλώνουμε
σάν τόν Ζακχαῖο
νά σέ δοῦμε νά περνᾶς
Λύσε τά χέρια
μας, πότισε τήν καρδιά,
δῶσε πνοή στά
στόματα μας νά σοῦ φωνάξουμε
πάνω ἀπό τόν
θόρυβο πού κάνουμε,
κάνε ν' ἀγαπηθοῦμε
καί νά τό πληρώσουμε ἀκριβά
Βοήθα μας νά ἀγαπήσουμε
οἱ βουλισμένοι στά πράγματα μας
γιατί 'σαι εὐλογητός πάνω ἀπ' ὠκεανούς καί πολιτεῖες
καί οὐρανούς καί
χρόνους καί τώρα καί πάντα.
Γ. Σιδερῆς (τό ἀφιερώνει στόν φίλο του Ἀνδρέα Σαβάκη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου